Γεννήθηκε στη Λεμεσό. Σπούδασε σε Λύκειο στην Κέρκυρα και στην Ιόνιον Ακαδημίαν. Όταν ήταν γραμματέας του ελληνικού υποπροξενείου στη Λάρνακα (1849 – 1853), τον προσκάλεσε ο αρχιεπίσκοπος Κύριλλος Α΄ και ανέλαβε το Ελληνικό Σχολείο Λευκωσίας. Κατά τη διάρκεια του Κριμαϊκού πολέμου (1854) κυκλοφόρησε στην Κύπρο – τυπωμένο στην Αθήνα – ένα επαναστατικό φυλλάδιο με το οποίο προέτρεπε τους ραγιάδες να επαναστατήσουν για να αποτινάξουν τον τουρκικό ζυγό. Το είχε υπογράψει με το ψευδώνυμο Χαρικλής. Εξαιτίας της αναστάτωσης που προκλήθηκε υποχρεώθηκε να απομακρυνθεί από τη θέση του και να εγκαταλείψει το νησί. Πρώτα εγκαταστάθηκε στην Κωνσταντινούπολη, όπου ανέλαβε για ένα χρόνο τη σύνταξη της εφημερίδας Τηλέγραφος του Βοσπόρου, όπου δημοσίευε ιστορικές μελέτες με τίτλο «Σικελικά». Το έργο έμεινε ημιτελές, όταν παραιτήθηκε από την εφημερίδα, για να εκδώσει το μηνιαίο περιοδικό Θελξινόη (1855 – 1857), όπου συνέχισε τη δημοσίευση των «Σικελικών» που και πάλι παρέμεινε ανολοκλήρωτο με τη διακοπή του περιοδικού. Τότε είδε το φως το Οδοιπορικόν Μαυροβουνίου σε συνέχειες από το Δεκέμβριο 1856 μέχρι Ιούνιο 1857, με το γενικό τίτλο Οδοιπορικά. Τελικά εγκαταστάθηκε στο Βουκουρέστι, όπου το 1860, με τη σύσταση της ελληνικής κυβέρνησης, διορίστηκε καθηγητής στο Οικοτροφείο Αποστολάτου. Λίγο αργότερα (1860) ανέλαβε ως καθηγητής της ελληνικής φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Βουκουρεστίου, θέση που κατείχε πάνω από είκοσι πέντε χρόνια. Κατά το ίδιο διάστημα χρημάτισε και κοσμήτορας της σχολής. Λόγιος, συγγραφέας, ζωγράφος και ρήτορας μοναδικός. Έγραψε ποιήματα και από νωρίς διείδε την αξία της συλλογής λαογραφικού υλικού και συλλογής των δημοτικών τραγουδιών. Δημοσίευσε επίσης το ιστορικό διήγημα Οι Βαχαβίται σε συνέχειες στην εφημερίδα Ένωσις της Ερμούπολης.